20/9/09

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΠΑΡΑΣΧΟΣ 1838 - 1895


.... ΑΛΛΟΥ ΝΑ Μ΄ΑΓΑΠΑΣ

- Δεν θέλω να με αγαπάς ως μ΄αγαπούν οι άλλοι,
μ΄αγάπην ομοιάζουσαν της αύρας τας ριπάς.
Το αίσθημα του έρωτος στιγμήν, ως άνθος, θάλλει.
Εδώ υπάρχει θάνατος. αλλού να μ΄αγαπάς!

- Αλλού; και που να σ΄αγαπώ; και που δεν είναι μνήμα;
Επάνω, κάτω, εις την γην, τας σφαίρας τας λοιπάς;
Παντού ευρίσκεται, το παν θανάτου είναι κτήμα.
Παντού υπάρχει θάνατος, εδώ να μ΄αγαπάς...

Εδώ, εδώ! πριν την ζωήν ο θάνατος μαράνη
και φθινοπώρου πριν ιδής ημέρας σκυθρωπάς.
Ταχύτερον ο έρως σου ο μέγας θ΄αποθάνη.
Πολύ πριν παύση η ζωή, θα παύσης ν΄αγαπάς...

- Όταν η νυξ τον ήλιον καλύπτει της ημέρας
κι υπό νεφέλας θάπτεται το φως αγριωπάς,
μυρίους βλέπει σχίζοντας τα σκότη της αστέρας...
Έρως και φως είναι παντού. Παντού να μ΄αγαπάς!

- Κόρον και λήθην η ψυχή, πριν ή εκπνεύσει, πνέει..
και της αγάπης η στιγμή πολλάς έχει τροπάς.
Του μακροτέρου έρωτος βραδύτερον εκπνέει
κι η βραχυτέρα ύπαρξις. εδώ να μ΄αγαπάς!

- Κι εδώ, κι εδώ θα σ΄αγαπώ, κι υπό την γην, κι επάνω,
και εις θανάτου έρεβος, κι εις βίου αστραπάς.
Δεν είναι χώμα η ψυχή. ποτέ δεν θ΄αποθάνω.
Είναι ζωή κι ο θάνατος, οπόταν αγαπάς.

ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ

Δεν θέλω κόρην άπειρον του έρωτος, δεν θέλω!
Δεν θέλω αθωότητα δειλήν, ερυθριώσαν.
Ειν΄εύκολον εις άπειρον καρδίαν ν΄ανατέλλω,
λατρεύουσαν το άδηλον, το άγνωστον ερώσαν.

Ποτέ γενναίος μαχητής αόπλους δεν φονεύει.
Ψυχραίνει νίκη εύκολος την ευγενή ανδρείαν.
Ζητεί αγρίαν συμπλοκήν, ζητεί να κινδυνεύει,
και ισχυρού πολεμιστού να σχίζει την καρδίαν.

Κι εγώ εδέχθην φίλημα από ψυχήν παρθένον.
Κι ήκουσα στόνον συμπαθή νεάνιδος αγίας,
αλλά το φίλημα με πυρ δεν ήτο μεμιγμένον,
ουδ΄ήτο στόνος έρωτος ο στόνος της δειλίας.

Τοιούτος έρως παίγνιον αγάπης θεωρείται,
καλείται περιέργεια, ανυπομονησία ...
καλείται ό,τι θέλετε, αλλ΄έρως δεν καλείται.
- Η προανάκρουσις ποτέ δεν είναι αρμονία.

Ε, όσοι το ερύθημα ποθούν το τετριμμένον,
εις το γυμνάσιον αυτό του έρωτος τούς στέλλω.
Ας λάβουν άλλοι φίλημα από αγνήν παρθένον.
εμέ, τοιούτον φίλημα κουράζει - δεν το θέλω!

Θέλω ψυχήν ημιθανή, ψυχήν καταβληθείσαν,
το παν ιδούσαν και ουδέν μη έχουσαν να μάθη.
Καρδίαν αμαρτήσασαν, καρδίαν τεφρωθείσαν,
γνωρίζουσαν τι έπαθε, και ... θέλουσαν να πάθη!

Θέλω καρδίαν ζήσασαν ταχύτερον, πεσούσαν
να την εγείρω κι εις νεκράν ψυχήν να εμφυσήσω,
καρδίαν φθινοπωρινήν, ζωήν φυλλορροούσαν,
και πεπτωκότα άγγελον ποθώ να ελεήσω.

Τοιούτος είμαι. Προτιμώ την νύκτα της ημέρας.
Το πίπτον φύλλον και ουχί ναρκίσσους μυροβόλους.
Από το άστρον της αυγής τους δύοντας αστέρας,
και προτιμώ ένα νεκρόν από τους ζώντας όλους.



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ο πιο σπουδαίος ίσως ρομαντικός ποιητής, που έγραψε στην καθαρεύουσα, αλλά και που μαζί του τελείωσε η καθαρευουσιάνικη εποχή στη Νεοελληνική Ποίηση. Γεννήθηκε το 1838 στο Ναύπλιο, αλλά όταν ήταν παιδί ακόμη η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Η μόρφωση που πήρε ήταν μικρή, μικρή επίσης και η συμπλήρωσή που της έκανε ο ίδιος με τα φτωχικά του διαβάσματα. Πολλοί βιογράφοι του υποστηρίζουν ότι δεν τέλειωσε ούτε το Γυμνάσιο.
Ωστόσο, ίσως είναι ο μόνος Νεοέλληνας ποιητής που έζησε μόνο από την ποίησή του, συντάσσοντας επί παραγγελία, "επιτύμβια" και ερωτικά τετράστιχα. Αρχικά δημοσίευσε τα ποιήματά του σε περιοδικά της εποχής με διάφορα ψευδώνυμα - χρησιμοποίησε ακόμη και το ψευδώνυμο "Μαρία" - και μέχρι το 1891 δεν είχε εκδώσει βιβλίο, παρ΄όλο που το έργο του ήταν γνωστό. Εκείνη τη χρονιά όμως άρχισε η έκδοση των Απάντων του, που γνώρισε τεράστια επιτυχία.
Έζησε - όσο κανένας άλλος Νεοέλληνας ποιητής - μέσα στο θαυμασμό των συγχρόνων του και συνοδεύτηκε στην τελευταία του κατοικία - το 1895 - από τη γενική και ειλικρινή θλίψη τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου